Μια άγνωστη στο πολυ κόσμο, άνιση μάχη με ενα μύκητα που ονομάζεται Ceratocystis platani (μεταχρωματικό έλκος) δίνουν τα πλατάνια της χώρας μας εδω και τουλάχιστον είκοσι χρόνια. Από το 2003 που εντοπίστηκε για πρώτη φορά στη Μεσσηνία, μέχει σήμερα έχει αφανίσει χιλιάδες πλατάνους, πολλοί απο τους ιποίους υπεραιωνόβιοι.
Η ασθένεια εμφανίστηκε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ (1935) και θεωρείται αυτόχθον είδος της Βόρειας Αμερικής. Στην Ευρώπη εισήχθη την δεκαετία του 1940 (Ιταλία και Γαλλία), πιθανώς από τη μεγάλη απόβαση χερσαίων δυνάμεων κατά τον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο, προσβάλλοντας κυρίως δένδρα σφενδαμνόφυλλου πλατάνου (Platanus x acerifolia Willd), τα οποία είχαν φυτευτεί ως καλλωπιστικά. Στην Ελλάδα ο μύκητας εντοπίστηκε το 2003 και έχει εισαχθεί κατά πάσα πιθανότητα με πολλαπλασιαστικό υλικό από την Ιταλία, χωρίς να αποκλείεται όμως η είσοδός του με κάποιο μολυσμένο μηχάνημα ή εργαλείο ή ακόμα και με ξύλο από προσβεβλημένα δένδρα που χρησιμοποιήθηκε ως υλικό συσκευασίας (Tsopelas & Angelopoulos 2004, Ocasio-Morales κ.ά. 2007).
Καταγράφηκε για πρώτη φορά στο Ν. Μεσσηνίας και στην συνέχεια εντοπίστηκε και σε άλλες περιοχές της Δυτικής Πελοποννήσου, νεκρώνοντας χιλιάδες δένδρων πλατάνου, ενώ πρόσφατα (2010) διαπιστώθηκε στην Ήπειρο (Τσόπελας και Σουλιώτη 2010) με τελευταίες εστίες προσβολής τόσο στην παρόχθια βλάστηση του Αχέροντα όσο και εντός του οικισμού Γλυκής (Τσόπελας 2012).
Ξενιστές του μύκητα Ceratocystis platani είναι μόνο είδη του γένους Platanus. Ο ανατολικός πλάτανος (Platanus orientalis) που απαντάται στα φυσικά οικοσυστήματα της Ελλάδας είναι ιδιαίτερα ευπαθής στην ασθένεια και προκειμένου να μην αφανιστεί ολοκληρωτικά το είδος, είναι απαραίτητο να ληφθούν προληπτικά μέτρα για την αποτροπή της επέκτασης του παθογόνου.
Συµπτώµατα της ασθένειας
Ο µύκητας Ceratocystis platani αναπτύσσεται µέσα στα αγγεία του ξύλου στον κορµό, τους κλάδους και τις ρίζες των δένδρων που προσβάλλει προκαλώντας αδροµύκωση. Παράλληλα προξενεί νέκρωση του φλοιού και δηµιουργία ελκών. Ωστόσο, σε δένδρα µε τραχύ φλοιό τα έλκη είναι εξωτερικά δυσδιάκριτα και µόνο µετά από την αποκόλληση του φλοιού καθίσταται εµφανής η νέκρωση στο εσωτερικό του φλοιού και στο σοµφό ξύλο. Εξαιτίας της προσβολής των αγγείων του ξύλου, τµήµατα ή και ολόκληρη η κόµη του δένδρου µπορεί να µην βλαστήσει καθόλου, ή να παρουσιάζει µειωµένη βλάστηση µε σύγχρονη µικροφυλλία ή/και ελαφρό κιτρίνισµα των φύλλων. Σε µεγάλα δένδρα παρατηρούνται συµπτώµατα ηµιπληγίας, µε την εµφάνιση νεκρώσεων σε ένα µεγάλο βραχίονα στη µία πλευρά του δένδρου, στη συνέχεια όµως η προσβολή επεκτείνεται και στο υπόλοιπο δένδρο. Σε µικρότερα δένδρα είναι συχνότερα τα συµπτώµατα αποπληξίας, µε ολική νέκρωση του δένδρου. Τα συµπτώµατα προσβολής εντοπίζονται ευκολότερα κατά τη διάρκεια της βλαστητικής περιόδου, όταν υπάρχει φύλλωµα στα δένδρα πλατάνου. Το πλέον χαρακτηριστικό διαγνωστικό σύµπτωµα της ασθένειας είναι ο µεταχρωµατισµός του ξύλου, που παρατηρείται µετά την αφαίρεση του φλοιού σε προσβεβληµένα τµήµατα του κορµού ή των κλάδων που δεν έχουν ακόµα νεκρωθεί, συνήθως κοντά σε έλκη, στα όρια του νεκρού και του ζώντος σοµφού ξύλου.
Διάδοση της ασθένειας
Ο κυριότερος παράγοντας που έχει συµβάλλει στη διάδοση της θανατηφόρας ασθένειας του µεταχρωµατικού έλκους του πλατάνου σε πολλές περιοχές αποµακρυσµένες µεταξύ τους είναι ο άνθρωπος. Ένας συχνός τρόπος διασποράς του παθογόνου είναι µε µολυσµένα εργαλεία, ειδικότερα µε πριόνια, τα οποία µπορούν εύκολα να µεταφέρουν το µύκητα µε την µορφή µολυσµένου πριονιδιού ή σπορίων όταν κόβονται προσβεβληµένα δένδρα. Ένας άλλος τρόπος ανθρωπογενούς διασποράς της ασθένειας είναι µε µηχανήµατα εκσκαφής, που χρησιµοποιούνται σε ποτάµια ή δρόµους µε προσβεβληµένα δένδρα, τα οποία µπορεί να
µεταφέρουν µολυσµένο χώµα ή τεµάχια προσβεβληµένου ξύλου και να δηµιουργήσουν νέες εστίες προσβολής. Ένας άλλος παράγοντας που µπορεί να συµβάλλει στη µετάδοση της ασθένειας είναι έντοµα φορείς του παθογόνου. Το προσβεβληµένο ξύλο πλατάνου από τον C. platani αναδύει µία έντονη µυρωδιά φρούτων, που προσελκύει τα έντοµα. Τα έντοµα αυτά δεν προσβάλλουν υγιή δένδρα πλατάνου και ο ρόλος στη µετάδοση της ασθένειας φαίνεται ότι είναι περιορισµένος.
Αντιµετώπιση της ασθένειας
Σε αρκετές περιοχές της Ελλάδας η ασθένεια του µεταχρωµατικού έλκους του πλατάνου έχει πάρει µεγάλες διαστάσεις στα φυσικά οικοσυστήµατα πλατάνου κατά µήκος ποταµών και χειµάρρων και η αντιµετώπισή της είναι πολύ δύσκολη. Κατά συνέπεια, βασικός στόχος των µέτρων αντιµετώπισης θα πρέπει να είναι η αποφυγή της διάδοσης του παθογόνου σε νέες περιοχές.