Τα τελευταία 20 χρόνια τουλάχιστον χρησιμoποιούνται ευρέως στη διαμόρφωση κήπων διάφορα κωνοφόρα όπως τα λέυλαντ (Cupressocyparis leylandii), τα Gold crest (Cupressus macrocarpa var. goldcrest), ο Γιουνίπερος, η Πικέα, η Τούγια κ.ά..
H γρήγορη ανάπτυξή τους και το πράσινο πλούσιο φύλλωμά τους, ήταν η αιτία να αποκτήσουν φανατικούς υποστηρικτές, δημιουργώντας έτσι μια τελείως καινουρια τάση στον κήπο. Μια τάση που μεταμόρφωσε τη μεσογειακή μορφή των ελληνικών κήπων. Η κατάσταση όμως ξέφυγε μιας και πλέον αυτή η τάση έγινε και η μοναδική σχεδόν πρόταση απο τους κηποτέχνες στους πελάτες τους.
Έτσι φτάσαμε είκοσι χρόνια μετά να συναντούμε παντού Λεύλαντ. Μα παντού. Οι ιδιοκτήτες των κήπων, όμως, πλέον αρχίζουν να καταλαβαίνουν απο μόνοι τους ότι τελικά η επιλογή αυτή δεν ήταν και η καλύτερη.
Το δίπτυχο “λέυλαντ-γκόλντ κρέστ” έγινε must για την εποχή. Λόγω της γρήγορης ανάπτυξης τους, με τον πελάτη να θέλει γρήγορα αποτελέσματα, οι κηποτέχνες βρήκαν την εύκολη λύση, μη σκεπτόμενοι ότι 10 χρόνια μετά οι περισσότεροι φυτοφράχτες θα είναι “ξεδοντιασμένοι”. Ένας άλλος λόγος που μας οδήγησε σε αυτό το φαινόμενο ήταν και η πλημμελής συντήρηση τους μιας και τα συγκεκριμένα κωνοφόρα απαιτούν αυστηρότατο κλάδεμα για να μένουν υπο έλεγχο και να μην ξεφεύγουν σε ύψος και πλάτος.
Εάν συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι αυτά τα δέντρα αντέχουν σε θερμοκρασίες απο -25 °C έως 28 °C (η Τούγια 32 °C), καταλαβαίνει κανείς τι παθαίνουν με τα σαραντάρια του καλοκαιριού. Τέλος, να αναφέρουμε και το γεγονός ότι τα κωνοφόρα αυτά δέντρα είναι πολύ επιρεπή σε μηκυτολογικές ασθένειες.
Σε ένα καινουριο κήπο μπορείτε να τα βάλετε, αλλα το κλάδεμα πρέπει να εναι αυστηρότατο. Στα υπάρχοντα, θα πρέπει να ξεκινήσει η σταδιακή αντικατάσταση τους.